Η βιβλική ιστορία της πτώσης της Ιεριχούς είναι μία ιστορία που πάντα διήγειρε τη φαντασία. Επειδή η πόλις αυτή εμπόδιζε την είσοδο των Ισραηλιτών στη Χώρα της Επαγγελίας, η Ιεριχώ εθεωρείτο απόρθητη – ένα ισχυρό φρούριο, ένα απροσπέραστο φράγμα. Μπορεί κανείς να φανταστεί τους Ισραηλίτες να προχωρούν προς αυτή τη σημαντική ακρόπολη, που θεωρείτο ότι ήταν το πιο γερό φρούριο στη χώρα των Χαναναίων, γνωρίζοντας ότι πρέπει να κατακτηθεί και ίσως να αναρωτιόντουσαν, ποια ήταν τα σχέδια μάχης του Ιησού του Ναυή.
Αλλά η απάντηση για το πώς μπορούσε να αλωθεί η Ιεριχώ, αποκαλύφθηκε στον Ιησού του Ναυή με θεία καθοδήγηση. Όπως αναφέρει η Αγία Γραφή, ο Θεός είπε προς αυτόν: «Θέλετε περιέλθει την πόλιν πάντες οι άνδρες του πολέμου, κύκλω της πόλεως άπαξ· ούτω θέλεις κάμνει εξ ημέρας.Και επτά ιερείς θέλουσι βαστάζει έμπορσθεν της Κιβωτού επτά σάλπιγγας κερατίνας· και την εβδόμην ημέραν θέλετε περιέλθει την πόλιν επτάκις· και οι ιερεςίς θέλουσι σαλπίζει με τας σαλπίγγας. Και όταν σαλπίσωσι με την κερατίνην επεκτείνοντες, καθώς ακούσητε τον ήχον της σάλπιγγος, πας ο λαός θέλει αλαλάξει μέγαν αλαλαγμόν, και θέλει καταπέσει το τείχος της πόλεως υφ’ εαυτό, και ο λαός θέλει αναβή, έκαστος κατ’ ενώπιον αυτού» (Ιησούς του Ναυή, 6: 3-5).
Πως θα αισθανόσασταν εσείς, αν λέγατε στους στρατηγούς του στρατού ότι αυτό ήταν το σχέδιο; Εάν σήμερα προτείνατε αυτό το σχέδιο θα προκαλούσε, πιθανώς, περίγελο, επειδή η νίκη φαινόταν τόσο απίθανη. Όμως ο Ιησούς του Ναυή είχε πίστη. Έδειξε ότι οι απαντήσεις δεν έρχονται από την ανθρώπινη λογική, αλλά από διαισθήσεις, που έχουμε, όταν ανοίγουμε τις καρδιές μας στην απεριόριστη καλοσύνη του Θεού και ότι η υπακοή στον Θεό επιφέρει λύσεις με τρόπους που ξεπερνούν κατά πολύ ακόμη και αυτό το οποίο και ο καλύτερος ανθρώπινος συλλογισμός θα μπορούσε να προσδοκά.
Πως, λοιπόν, θα μπορούσε να κερδηθεί η επικείμενη μάχη για την κατάληψη της Ιεριχούς; Με το να αφουγκραστούν τη θεία έμπνευση και να υπακούσουν στην καθοδήγηση του Θεού. Καθώς οι ημέρες περνούσαν και οι Ισραηλίτες περιερχόντουσαν γύρω από την περιτειχισμένη πόλη, δεν έβλεπαν κανένα σημάδι, ότι τα τείχη θα έπεφταν – δεν υπήρχαν ρωγμές, κανένα δείγμα ότι άλλαζε κάτι σ’ αυτό το φρούριο της ύλης – αλλά η πνευματικά εμπνευσμένη σκέψη έδειχνε τον δρόμο, και παρέμεινε υπάκουη στον Θεό, παρόλη την έλλειψη οποιασδήποτε ορατής απόδειξης.
Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι αυτές οι επτά ημέρες, κατά τις οποίες οι Ισραηλίτες περιερχόντουσαν την πόλη αντιπροσωπεύουν μία περίοδο μεταμόρφωσης πνευματικής ανάπτυξης, ως μία στιγμή μιας όμορφης άνθησης της πίστης στην παντοδυναμία του Θεού, της μεταστροφής από την πίστη στην ύλη, ότι δηλαδή έχει οποιαδήποτε δύναμη ή παρουσία, και της σταθερής απόφασης, κάθε μέρα, να επαναβεβαιώνουν την εμπιστοσύνη στον Θεό – που οδήγησε στην τελική κραυγή χαράς, στην εξύψωση και στην κατανόηση της παντοδυναμίας και της πανταχού παρουσίας του Θεού. Εκπληρώνοντας τις εμπνευσμένες οδηγίες που είχε λάβει ο Ιησούς του Ναυή, οι Ισραηλίτες είδαν τα τείχη της Ιεριχούς να ισοπεδώνονται.
Δεν ήταν η νίκη εγγυημένη την στιγμή, που δόθηκε η δέσμευση από τον Ιησού του Ναυή ότι θα ήταν υπάκουος, ότι θα ακολουθούσε τον Θεό με αταλάντευτη εμπιστοσύνη; Αυτό το πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση οδήγησε στο επόμενο και στο επόμενο· και το επόμενο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς το πρώτο! Ένα σημαντικό μάθημα από αυτή την ιστορία είναι ότι πρέπει να αφουγκραζόμαστε τον Θεό και όχι τα επιχειρήματα ενός υλικού θνητού νου, που δημιουργούν αμφιβολία και φόβο. Όταν ευθυγραμμιζόμαστε με τον Θεό, προχωρούμε προς τη νίκη, επειδή ο Θεός είναι η μόνη δύναμη που υπάρχει.
Εάν οι Ισραηλίτες είχαν βασιστεί στην ανθρώπινη δύναμη, ίσως δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν το φρούριο. Η ύλη νικάται όταν στρεφόμαστε στο Πνεύμα, όταν αφουγκραζόμαστε ήρεμα και ταπεινά τον θείο Νου και υπακούμε στην κατεύθυνση που δίνει ο Νους. Στο βιβλίο της Χριστιανικής Επιστήμης, Επιστήμη και Υγεία με Κλειδί των Γραφών, η Mary Baker Eddy γράφει: «Για κείνους που βασίζονται στην υποστήριξη του απείρου η σημερινή ημέρα είναι γεμάτη ευλογίες» (σελ. vii).
Όταν κατανοούμε και βασιζόμαστε στην υποστήριξη του απείρου, αποδεικνύουμε ότι στη θεία πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρξε, ούτε υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει μια «Ιεριχώ» για να σταματήσει την πρόοδο του ανθρώπου. Με αυτή την απόδειξη μαθαίνουμε ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε θαρραλέα οποιαδήποτε δυσκολία με την κατανόηση ότι ο Θεός είναι το Παν. Κατανοούμε ότι ο Θεός είναι το παν και το φέρνουμε αυτό στο φως όταν αφουγκραζόμαστε τον Θεό με την προσευχή, επιβεβαιώνοντας την πιστότητά του προς εμάς και με το να είμαστε υπάκουοι και σίγουροι για την ασφάλεια μιας επιτυχούς έκβασης.
Πριν από πολλά χρόνια, μία επιδημία παρωτίτιδας ξέσπασε στην πόλη που εργαζόμουν. Ένα Σαββατοκύριακο εκδήλωσα όλα τα συμπτώματα της αρρώστιας, και την Δευτέρα έπρεπε να τηλεφωνήσω στο γραφείο για να ενημερώσω ότι δεν μπορούσα να πάω στην εργασία μου. Όμως στην εργασία μου είχα μία επείγουσα υπόθεση που την χειριζόμουν εγώ προσωπικά. Έπρεπε να υπογράψω μερικά έγγραφα και κανονίσαμε με τον επόπτη μου να έρθει νωρίς εκείνο το πρωί στο σπίτι μου με τα απαραίτητα αρχεία. Καθώς ήμουν στο κρεβάτι, αυτός στεκόταν και μιλούσε μαζί μου από την ανοικτή πόρτα και είπε πόσο άσχημα φαινόμουν. Επέστρεψε στο γραφείο με την εντύπωση ότι θα έλειπα από την εργασία μου για μερικές εβδομάδες.
Κατ’ αρχήν αισθανόμουν πολύ κουρασμένος. Τηλεφώνησα σε μία πρακτίσιονερ της Χριστιανικής Επιστήμης για θεραπεία βάσει των αρχών της Χριστιανικής Επιστήμης, αλλά αρχικά δεν φρόντισα αρκετά να σημειώσω πρόοδο. Είχα επιτρέψει να κυριαρχεί στη σκέψη μου το σωματικό πρόβλημα, και το πρόβλημα ήταν ότι ήμουν υπάκουος σ’ αυτό.
Τηλεφώνησα ξανά στην πρακτίσιονερ την Τετάρτη το πρωί. Η συμβουλή της δεν ήταν αυτό που ήθελα να ακούσω: «Σήκω από το κρεβάτι, πήγαινε στο παράθυρο της κρεβατοκάμαρας, κοίταξε έξω, δες το μεγαλείο της φύσης, και ψάλλε δυνατά τους αγαπημένους σου ύμνους». Την ευχαρίστησα για την συμβουλή της, έκλεισα το τηλέφωνο και έμεινα στο κρεβάτι.
Πέντε λεπτά αργότερα, υπάκουσα. Πήγα στο παράθυρο και άρχισα να ψάλλω, κάπως δειλά στην αρχή, τη «Βραδινή Προσευχή της Μάνας», ένα από τα ποιήματα της κυρίας Eddy, μελοποιημένο στο Υμνολόγιο της Χριστιανικής Επιστήμης (Νο.207). Καθώς πρόσεξα το νόημα των λέξεων, σκεφτόμουν λιγότερο τον εαυτό μου και περισσότερο την άπειρη φροντίδα του Θεού. Όταν έφθασα στον τελευταίο στίχο, τραγουδούσα δυνατά. Μετά έψαλα όλους τους ύμνους της κυρίας Eddy, που υπάρχουν στο Υμνολόγιο, σκεπτόμενος το νόημα των λέξεων και ψάλλοντας με μία αυξανόμενη αίσθηση εξουσίας και ευγνωμοσύνης. Πριν να τελειώσω να ψάλλω τους ύμνους, είχα θεραπευτεί.
Ήμουν εντελώς καλά εκείνη τη στιγμή, αλλά έμεινα στο σπίτι μέχρι το τέλος της εβδομάδας, μόνο και μόνο για να καθησυχάσω του φόβους μετάδοσης, που θα μπορούσαν να έχουν οι συνεργάτες μου. Όταν πήγα στο γραφείο την επόμενη Δευτέρα, δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι είχα παρωτίτιδα, επειδή δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ήταν δυνατή μία τέτοια θεραπεία.
Αυτή ήταν μία θεραπεία ορόσημο στη ζωή μου, διότι μου έδειξε πως η υπακοή σε οδηγίες, που είναι πνευματικά εμπνευσμένες, οδηγεί στη θεραπεία. Τα τείχη της Ιεριχούς – η θεραπεία που φαινόταν αδύνατη – έπεσαν.
Το ιστορικό γεγονός της πτώσης των τειχών της Ιεριχούς είχε και ένα άλλο μήνυμα για μένα. όταν τα τείχη έπεσαν, «ανέβη ο λαός εις την πόλιν, έκαστος κατ’ ενώπιον αυτού» (Ιησούς του Ναυή 6:20). Δεν χρειάστηκε να βρουν τις πύλες ή τις εισόδους – τα τείχη είχαν φύγει. Ο λεγόμενος υλικός νόμος είχε υπερνικηθεί εντελώς, και η νίκη ήταν απόλυτη. Τι παρηγοριά και δύναμη βρίσκουμε, όταν προσκολλώμεθα στην πνευματική πραγματικότητα και την εξύψωση της παντοδυναμίας και πανταχού παρουσίας του Θεού, στη συνείδησή μας, και αποδεικνύουμε αυτή τη δύναμη και παρουσία με την θεραπεία, γνωρίζοντας και κατανοώντας ότι η θεία Αγάπη μας κρατάει πάντα, χωρίς οιουδήποτε είδους δεσμά.
Μερικά χρόνια αργότερα, αναλογιζόμενος ξανά αυτή την θαυμάσια ιστορία, έγραψα ένα ποίημα για τα τείχη της Ιεριχούς, που τελείωνε με τις δύο αυτές τελευταίες γραμμές: «Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, που δεν μπορεί να εξαφανιστεί. / Εμείς απλά θυμόμαστε την Ιεριχώ». Δεν μπορεί να υπάρχει κανένα ακαταμάχητο πρόβλημα, ή πραγματικά κανένα πρόβλημα, διότι καθώς κατανοούμε και παραδεχόμαστε την υπέρτατη υπεροχή του Πνεύματος πάνω στην ύλη, αποδεικνύουμε επίσης και την απλή αυτή αλήθεια: Ο Θεός είναι αυτό που είναι, τα Πάντα – εν – Πάσι.