Ποιά η διαφορά ανάμεσα στο να αισθανόμαστε μοναξιά και στο να είμαστε μόνοι - ανάμεσα σε ένα είδος «αυστηρής απομονώσεως» και ιερής περισκέψεως με τον Θεό;
Αν κοιτάξουμε την λέξη μοναξιά, στο Διαδίκτυο, θα βρούμε τα πάντα - από άρθρα περί της βασικής ανάγκης μας για κοινωνική δικτύωση και διάδραση, μέχρι προειδοποιήσεις σχετικά με το πώς η μοναξιά αυξάνει τις πιθανότητες ασθένειας. Αν και ο συγχρωτισμός μοιάζει να είναι ο επιθυμητός στόχος, η απομόνωση είναι πολύ συνηθισμένη.
Ο όρος μοναχικός, μάς κάνει να σκεφτούμε κάποιον ξεκομμένο από οτιδήποτε άλλο. Η λέξη ετυμολογείται σαν έλλειψη συντροφιάς, σαν ένα καταθλιπτικό συναίσθημα ανημποριάς και σαν μια νεφελώδη αντίληψη ότι, κατά βάση, ο άνθρωπος προορίζεται να ζει μέσα στη μοναξιά. Η μοναξιά συνοδεύεται από ένα συναίσθημα αποστασιοποιήσεως από μια αίσθηση ότι τάχα είμαστε πεταμένοι μέσα σε ένα κόσμο χωρίς έλεος και συνοχή. Όλος ο υπόλοιπος κόσμος μοιάζει να αποτελεί οικογένεια, στην οποία εμείς δεν ανήκουμε. Αν παραδεχθούμε μία υλική, θνητή άποψη για την ζωή, τότε, αισθανόμαστε πως τίποτα δεν είναι μόνιμο, πως τα πάντα διαγωνίζονται για τραβήξουν την προσοχή μας και πως οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται σαν νικηταί και αποτυχημένοι. Αυτή η άποψη ακολουθείται από πολλές μορφές μοναξιάς.
Αντιθέτως, το να είσαι μόνος σου σημαίνει κάτι διαφορετικό. Όταν είμαι μόνη μου, βρίσκω πως έχω την ευκαιρία πειθαρχικά νε εφαρμόσω το «γνώθι σαυτόν». Τότε, συχνά, πιέζομαι να ανακαλύψω περισσότερα για την πραγματική πνευματική μου ταυτότητα. Έχω μια ευκαιρία να δεχθώ το Θεόδοτο καλό, που ποτέ δεν μας εγκαταλείπει απαρηγόρητους, και να επιτρέψω σε αυτήν την κατανόηση να ριζώσει. Μαθαίνω να εκφράζω περισσότερη ευγνωμοσύνη και ταπεινοφροσύνη για τα μικρά πράγματα, γεγονός που, με την σειρά του, βαθαίνει την καλοσύνη και φιλανθρωπία μου και με παρακινεί να φέρω ευλογίες στους άλλους. Το να είμαι μόνη αποτελεί για μένα απαραίτητη προϋπόθεση για να γνωρίσω αληθινά τον Θεό και για να αισθανθώ όντως συνδεδεμένη με την Αγάπη και ολόκληρη την δημιουργία Της.
Μία πνευματική ιδέα δεν είναι ποτέ μόνη. Απολαμβάνω την βεβαιότητα, που με πλημμυρίζει όταν προσεύχομαι, ότι δηλαδή ο άνθρωπος, ως η εικόνα και ομοίωση της θείας Αγάπης, του Πνεύματος, δεν μπορεί ποτέ να απομακρυνθεί από το θαυμαστό σύνολο της πνευματικής δημιουργίας και ποτέ δεν μπορεί να απομονωθεί από την ευφυή πηγή του. Το Πνεύμα πληροί όλον τον χώρο, αφού είναι τα πάντα εν πάσι. Και η δημιουργία ήταν, είναι και πάντα θα είναι του Πνεύματος, του Νου, ο οποίος προσφέρει άπειρη αυτογνωσία και απέραντη χαρά. Εφόσον η Αγάπη, ο Θεός είναι η αιτία της δημιουργίας, η ουσία της ζωής είναι η κυκλοφορία και δράση της αγάπης. Είναι αδύνατον να κρατήσουμε την Αγάπη έξω από την ίδια την δημιουργία Της και να Την αποκλείσουμε από το να εκφράζεται.
Σε τρεις φάσεις της ζωής μου, αντιμετώπισα διαφορετικές μορφές μοναξιάς και έμαθα πολύτιμα μαθήματα, που εξακολουθούν να μου προσφέρουν ευλογίες.
Η πρώτη φορά, που έπρεπε να ζήσω μόνη μου ήταν όταν με προσκάλεσε η Ιταλική κυβέρνηση για να διεξαγάγω μία έρευνα. Έλαβα μία γενναιόδωρη επιδότηση από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και βρήκα ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της πόλεως. Αυτή η εμπειρία ήταν για μένα πρωτοφανής, συναρπαστική και τρομακτική και, καθώς οι μέρες περνούσαν, η έρευνά μου πήγαινε θαυμάσια και γνώριζα το περιβάλλον μου όλο και καλύτερα. Όμως παρ όλη αυτή την πρόοδο, η μοναξιά μου όλο και μεγάλωνε. Τότε, ο μπαμπάς μου ήταν εκείνος που μου υπέδειξε, πως το να “αισθανόμαστε μοναξιά” και το να “είμαστε μόνοι”, είναι δύο διαφορετικές καταστάσεις. Με ενθάρρυνε να εξερευνήσω τι όντως σημαίνει το να είμαι “μόνη”. Αυτό και έπραξα, ανόρεκτα στην αρχή, και κατέληξα να ανακαλύψω το μεγαλείο και τις ευκαιρίες, που μου πρόσφερε η εμπειρία μου αυτή. Ταξίδεψα σε ιστορικές τοποθεσίες, πράγμα που με ενέπνευσε, γνώρισα υπέροχους ανθρώπους, απήλαυσα αμέτρητες λιχουδιές σε μικρές καφετέριες και τριγύρισα τις βιτρίνες. Μετά από δύο μήνες είχα αποκομίσει θαυμάσιες αναμνήσεις και είχα ολοκληρώσει το ερευνητικό μου πρόγραμμα.
Την δεύτερη φορά, ένας τραυματισμός της πλάτης μού απαγόρευε και την παραμικρή κίνηση. Το μόνο, που μπορούσα να κάνω, ήταν να παραμένω ξαπλωμένη, ακίνητη και να προσεύχομαι. Η οικογένειά μου με βοηθούσε αποφασιστικά στο να πετύχω την θεραπεία μου δια της θεραπευτικής προσευχής της Χριστιανικής Επιστήμης. Το διαμέρισμά μας είναι ευρύχωρο και, ένα ιδιαιτέρως δύσκολο πρωινό, έμοιαζε σαν να βρισκόντουσαν όλα τα μέλη της οικογενείας μου εκτός της εμβέλειάς μου και το τηλέφωνο σαν να ήταν εκατομμύρια μίλια μακριά, στο διπλανό δωμάτιο. Η θεραπεύτρια της Χριστιανικής Επιστήμης, με την οποία προσευχόμουν εκείνο τον καιρό, μου είχε υποβάλει μία απαιτητική ερώτηση: Αν παραδεχόμουν ως πραγματικό το γεγονός ότι “το βασίλειο του πραγματικού είναι το Πνεύμα” (Mary Baker Eddy, Επιστήμη και Υγεία με Κλειδί των Γραφών, σελ.277), αν ήμουν πρόθυμη να εγκαταλείψω κάθε πίστη στην υλική ζωή, μία ζωή χωριστά από τον Θεό.
Αυτή την ερώτηση έπρεπε να απαντήσω καθώς η πνευματική αίσθηση πάλευε με την υλική αντίληψη. Αυτή την πολύ σκοτεινή στιγμή αισθανόμουν ο πιο έρημος άνθρωπος του πλανήτη. Φώναξα τον σύζυγό μου, όσο πιο δυνατά μπορούσα, αλλά δεν με άκουγε και δεν απάντησε, και τότε συνειδητοποίησα ότι κάτι τέτοιο σήμαινε η αίσθηση της θνητότητας – χωριστή ζωή, αδυναμία να δώσεις στους άλλους να καταλάβουν τον πόνο και την απελπισία, που ίσως αισθανόμαστε.
Πολύ αργότερα, διάβασα τι γράφει ο Aldous Huxley, απηχώντας τα συναισθήματά μου : «Παρά την γλώσσα, παρά την ευφυΐα, την διαίσθηση και την συμπάθεια, δεν μπορούμε να δώσουμε σε κανέναν να καταλάβει το παραμικρό. Η ουσία κάθε σκέψεως και συναισθήματος δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή, παραμένει κλειδωμένη στο απόρθητο οχυρό της ψυχής και του σώματος του καθενός. Η ζωή μας είναι μία καταδίκη σε αιώνια απομόνωση».
Αυτή η ματιά στην φύση της θνητότητας - χωρίς ωραιοποίηση ή αποφυγή - υπήρξε αποφασιστική για την πρόοδό μου. Ήρθα πρόσωπο με πρόσωπο με αυτό που θεωρείται αναπόφευκτο για τον άνθρωπο και, όμως, κατάλαβα ότι η θνητότητα δεν αποτελούσε μέρος της αληθινής μου ταυτότητας. Ήμουν αθάνατη, πνευματική. Πόσο παρηγορητικό. Παραιτήθηκα ακόμη και από την επιθυμία να βρω ανθρώπινη βοήθεια ή και από την επιθυμία να κάνω τους άλλους να καταλάβουν πόσο ανήμπορη αισθανόμουν και πόσο φρικτά φάνταζαν όλα.
Η πόρτα της σκέψεώς μου άνοιξε στην πνευματική διαίσθηση επιτρέποντάς μου να απαντήσω ΝΑΙ στην ερώτηση της θεραπεύτριας. Ναι, ήμουν πρόθυμη να εγκαταλείψω κάθε πίστη σε μία θνητή, υλική ζωή. Αυτό υπήρξε για μένα η κρίσιμη καμπή. Η θεραπεία ακολούθησε εύκολα, σαν να είχαν λυθεί μάγια, και αυθημερόν σηκώθηκα από το κρεββάτι για πρώτη φορά μέσα σε μία εβδομάδα. Η πλήρης θεραπεία, που ακολούθησε, ήταν ταχεία και μόνιμη.
Την τρίτη φορά, καθώς ετοιμαζόμουν για μία απαιτητική μέρα, ξαφνικά, αισθάνθηκα σαν να ήμουν ολομόναχη, μέσα στην μοναξιά, σαν να περνούσα τον χρόνο μου βοηθώντας τους άλλους χωρίς, όμως, να απολαμβάνω κάτι σε αντάλλαγμα. Αυτή η σκέψη, ότι δηλαδή θα έπρεπε να λυπάμαι τον εαυτό μου, αποτελούσε τέτοιον έντονο πειρασμό, ώστε αποφάσισα να καθίσω κάτω και να ασχοληθώ μαζί της δια της προσευχής, μέχρις ότου να την μετατρέψω σε ευγνωμοσύνη. Υποστήριξα ότι ο Θεός, η Αγάπη, αποτελεί τον μόνον νόμο του είναι μου. Αντέτεινα ότι η ανιδιοτέλεια και η ταπεινοφροσύνη αποτελούν τις κύριες ιδιότητες, που με χαρακτηρίζουν. Προσπάθησα δραστήρια να μην προσθέσω άλλη μία επαχθή σκέψη στον όγκο των φόβων και αμφιβολιών του κόσμου. Συνέχισα να προσεύχομαι μέχρις ότου αισθάνθηκα βεβαία πως μπορούσα να βγω από την πόρτα προσδοκώντας την παρουσία του Θεού στην καθημερινή μου ζωή και εργασία.
Καθώς περπατούσα προς την δουλειά μου σε έναν στενό, ιστορικό, λιθόστρωτο δρόμο ένας μοτοσυκλετιστής με προσπέρασε αργά, σταμάτησε, γύρισε πίσω, έβγαλε το κράνος του και μου είπε μία φιλοφρόνηση. Μου είπε ότι μοιάζω με εκείνους τους ανθρώπους, που δεν φορτώνουν τα προβλήματά τους στο περιβάλλον τους, κάνοντας τους άλλους να αισθάνονται άσχημα, αλλά, αντιθέτως, τα διευθετώ στην συνείδησή μου. Αφού μού είπε αυτά, ο άνθρωπος έφυγε. Πω, πω! Φανταστείτε έναν εντελώς άγνωστο να λέει κάτι τέτοιο! Αυτό το παράξενο συμβάν ασφαλώς με χαροποίησε και αποτέλεσε πολύτιμο δίδαγμα για την σπουδαιότητα και τον αντίκτυπο της προσευχής και της ανιδιοτέλειας.
Και στις τρείς αυτές περιπτώσεις, η μοναξιά αντιμετωπίστηκε όταν ταπεινά παραδέχθηκα την υπεροχή του Θεού και δεν επέτρεψα στον θνητό νου να συνηγορήσει υπέρ του αποκλεισμού, του αποχωρισμού και της απομονώσεως. Θεωρώ ότι η αυταπάρνηση και η ανιδιοτελής αγάπη είναι ο συντομότερος τρόπος για να πάψουμε να αισθανόμαστε αποκλεισμένοι και να αισθανθούμε ότι περιλαμβανόμαστε στο θείο Πνεύμα. Φαίνεται ότι η πραγματική μας ύπαρξη έχει προορισμό να εκφράζει την αγνή αγάπη - και αντιλαμβανόμαστε αυτό το δεδομένο καλύτερα όταν εκφράζουμε την αγάπη εμπράκτως. Ο νόμος της Αγάπης αποκαλύπτει και υποστηρίζει την πραγματική μας ύπαρξη και ευλογεί εξ ίσου τους πάντες.
Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν, στην εποχή του, ο πιο μοναχικός άνθρωπος του πλανήτη – ο πρώτος Χριστιανός του καιρού του – παρεξηγημένος, εγκαταλελειμμένος από πολλούς και χωρίς αναγνώριση του θεραπευτικού του έργου. Αν και γνωρίζουμε ότι είχε μία ομάδα μαθητών, συχνά ήταν μόνος, αλλά η Βίβλος δεν αναφέρει ότι αισθανόταν μοναξιά. Η «ενότητά του με τον Πατέρα» (Επιστήμη και Υγεία, σελ.18 ) ήταν το πασίγνωστο μυστικό της υπάρξεώς του.
Πιστεύω ότι η βάση της ευτυχίας και της ολοκλήρωσης βρίσκεται σ’ αυτή την καταπληκτική του συμβουλή: «άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών. Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστί» (Ματθ.11: 29-30). Μας εξηγεί ότι η ανιδιοτέλεια μάς οδηγεί σε μία ζωή ολοκληρώσεως και προορισμού. Το βάρος και η έλξη του εγωκεντρισμού μειώνεται και, τελικά, εξαλείφεται όταν εκτίθεται στην λαμπερή παρουσία του πνευματικού αγιασμού.
Ποιός είναι ο ζυγός στον οποίον αναφέρεται ο Ιησούς Χριστός; Αναρωτιέμαι εάν είναι η αυστηρή και ταυτοχρόνως χαρούμενη πειθαρχία της υπάκουης παραδοχής του Πνεύματος, της Αγάπης, σαν το Παν-εν-παντί, και του ανθρώπου σαν της τέλειας και ικανοποιημένης αντανακλάσεως της Αγάπης, ενωμένου με τον Θεό, με το καλό. Ο άνθρωπος δεν απορροφάται από την απειρία της Αγάπης (Επιστήμη και Υγεία, σελ.259), αλλά αντανακλά τον πλούτο της Ζωής χωρίς διακοπή της υποστάσεως, δυνάμεως, ελέγχου και αντοχής.
Η μοναξιά ή το συναίσθημα «αυστηρής απομονώσεως» θα εξαφανιστεί καθώς καταλαβαίνουμε πόσο πλήρως ενδιαφέρεται ο Θεός για όλους εμάς. Οι ιδέες της Αγάπης πράγματι αποτελούν μία οικογένεια. Και η ιερή περίσκεψη θα φωτίζει την γλυκειά μας ενότητα με την Αγάπη.