Στο Μουσείο d’ Orsay στο Παρίσι, είναι Πάσχα κάθε μέρα.
Σε μία αίθουσα του μουσείου κρέμεται ένας πίνακας του Ευγένιου Burnand γνωστός ως «Ο Πέτρος και Ιωάννης τρέχουν προς τον Τάφο» (ο πλήρης τίτλος είναι: «Οι μαθητές Πέτρος και Ιωάννης τρέχουν προς τον Τάφο το πρωί της Αναστάσεως»). Με φόντο τα απαλά κίτρινα και μωβ χρώματα που έχει το πρωινό φως, τα πρόσωπα αυτών των δύο μαθητών είναι γεμάτα από προσμονή, δυσπιστία, προσδοκία και τα σκιρτήματα της αναστάσιμης χαράς καθώς τρέχουν βιαστικά προς τον Τάφο. Είναι η αντίδρασή τους στα εκπληκτικά νέα που τους φέρνει η Μαρία η Μαγδαληνή, ότι ο Κύριός τους αναστήθηκε, όπως τους είχε υποσχεθεί ότι θα κάνει (Ιωάννης 20: 1-10).
Για να δούμε αυτό το αριστούργημα – ακόμη και μέσω του Διαδικτύου – πρέπει να βρεθούμε στην κατάλληλη στιγμή, να αισθανθούμε τη δύναμη του Χριστού να μας τραβάει από έναν χώρο νοερού σκότους προς το ξημέρωμα της εμπιστοσύνης ότι «με τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά» (Μάρκος 10: 27). Κι’ ενώ γνωρίζουμε πως τελειώνει αυτή η σημαντική ιστορία της Χριστιανοσύνης – όχι με την σταύρωση αλλά με την ανάσταση – οι δύο αυτοί μαθητές δεν έχουν γίνει ακόμη μάρτυρες αυτού του γεγονότος και δεν φαίνονται τόσο σίγουροι γι’ αυτό, όπως πρόκειται σύντομα να γίνουν.
Βεβαιότητα. Αυτό είναι το δώρο του Πάσχα που προσφέρεται στον καθένα από μας. Να εκτοπίσουμε την αμφιβολία με την απόλυτη εμπιστοσύνη. Να αντικαταστήσουμε την αποθάρρυνση με μια νέα προσδοκία. Να εγκαταλείψουμε τη θλίψη και τη θέση της να πάρει μια βαθιά παρηγοριά. Και έρχεται με απτές αποδείξεις, χρόνο με τον χρόνο, όλες τις εποχές.
Αλλά υπάρχει, επίσης, κάτι που πρέπει να κάνουμε. Κι’ αυτός ο πίνακας ζωγραφικής μας το θυμίζει. Αυτό το κάτι είναι να αναζητούμε τον αναστημένο Χριστό, να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμετα καλά νέα και να κάνουμε χώρο στο θεραπευτικό του μήνυμα. Πάρα πολύ συχνά, αφήνουμε την άποψη, που έχει ο κόσμος για τις καταστάσεις να μας πείσει για αναπόφευκτη τραγωδία και απώλεια, κυλώντας αυτόν τον βαρύ νοερό βράχο ανάμεσα στη χάρη του Θεού και μας, που μοιάζει αμετακίνητος και αδιαπέραστος. Σ’ αυτή την κατάσταση ήταν οι μαθητές το πρωί της Ανάστασης. Πιθανόν ο Πέτρος να πάλευε ακόμη με τη δική του αίσθηση αποτυχίας και δειλίας. Παρ’ όλη την πεποίθησή του ότι είχε βρει τον Χριστό και αφιερώθηκε στο να ακολουθεί τον αγαπημένο γιό του Θεού, στάθηκε κατώτερος των περιστάσεων όταν αυτό ήταν απόλυτα αναγκαίο (Ματθαίος, 26: 57-75). Στην πραγματικότητα, όλοι οι μαθητές αποκοιμήθηκαν στο Κήπο της Γεσθημανή όταν ο Ιησούς τους είχε ζητήσει να προσευχηθούν και να αγρυπνήσουν μαζί του (Ματθαίος, 26: 36-46).
Αλλά αυτό δεν είναι όλη η ιστορία. Ότι συνέβη εκείνο το πρωινό του Πάσχα, εδώ και πολύ καιρό, ήταν μια ριζοσπαστική αλλαγή από την περιορισμένη ανθρώπινη συλλογιστική στην πλατιά θεία λογική. Όταν έχουμε ως αφετηρία ότι ο Θεός είναι η αιώνια Ζωή, η αμετάβλητη Αρχή, Αγάπη, που δίνει ζωή στο σύμπαν, υπάρχει ένα μόνο συμπέρασμα, που να ευσταθεί: η συνέχεια της καλοσύνης, της ζωής και της αγάπης. Δεν έχει σημασία τι έχει συμβεί.
Η Mary Baker Eddy, μεγαλωμένη μέσα σε οικογένεια αφοσιωμένων Χριστιανών, θεωρούσε την ιστορία του Πάσχα ιερή. Όταν ανακάλυψε ότι οι Βιβλικές νίκες στηρίζονταν σε μια αιώνια Επιστήμη, που είχε εφαρμογή στην ανθρωπότητα όλες τις εποχές, μετέφερε αυτές τις θεραπευτικές και λυτρωτικές ιδέες μέσα από τη γραφή, τη διδασκαλία και τη διακονία της. Η ανάσταση ήταν κεντρικής σημασίας σε όλα.
Στο βιβλίο της Επιστήμη και Υγεία με Κλειδί των Γραφών, έγραψε: «(Ο Ιησούς) απέδειξε ότι η Ζωή είναι αθάνατη και η Αγάπη κυρίαρχη του μίσους» (σελ.44). Ο Θεός – ως αιώνια Ζωή και Αγάπη – έχει την τελευταία λέξη σε κάθε ανθρώπινη εμπειρία, όσο δύσκολη ή συγκινητική είναι αυτή. Είτε μία κατάσταση υγείας φαίνεται εξαιρετικά αρνητική και η πρόγνωση μη αναστρέψιμη. Ή αν το μίσος του κόσμου φαίνεται να στοχεύει εμάς από τους άλλους, ή ίσως ακόμη πιο καταστροφικό, αν κατευθύνουμε αυτό το μίσος στον εαυτό μας σε μια αυτοκαταδίκη ή ενοχή. Η ανάσταση μας προσανατολίζει πάλι σε μία νέα άποψη για τη ζωή καθώς πηγάζει εξ ολοκλήρου από τον Θεό. Το απεριόριστο και αιώνιο καθόρισε τον Ιησού, και αυτός το απέδειξε. Και αυτό καθορίζει εμάς, επίσης.
Ο Πέτρος και ο Ιωάννης δεν βρήκαν τον Διδάσκαλό τους στο μνήμα. Το μνήμα δεν θα μπορούσε να χωρέσει αυτό που ήταν ή ποιος συνέχιζε να είναι ο σκοπός του. Αντίθετα, ο Ιησούς τους βρήκε όταν αυτοί κρυβόντουσαν από φόβο (Ιωάννης 20: 19-23) και όταν προσπάθησαν να επιστρέψουν σε ότι συνήθιζαν να κάνουν πριν τον γνωρίσουν (Ιωάννης 21: 1-24). Δεν έχει σημασία σε ποια κατάσταση ήταν, έχοντας την αίσθηση ότι ήταν χωριστά από αγάπη και σκοπό, ο Χριστός πήγε σ’ αυτούς, τους εξάγνισε, τους ενίσχυσε και τους έδωσε μία νέα αίσθηση του μεγαλείου της αγάπης και χάρης του Θεού στη ζωή τους.
Η Mary Baker Eddy γράφει: «Η ανάστασή του ήταν και δική τους ανάσταση. Τους βοήθησε να βγάλουν τον εαυτό τους κι άλλους από την πνευματική νωθρότητα και την τυφλή πίστη στο Θεό και να καταλάβουν τις άπειρες δυνατότητες» (Επιστήμη και Υγεία, σελ.34).
Όχι πολύ καιρό μετά από αυτό το ιδιαίτερο πρωινό, ο Πέτρος και ο Ιωάννης συνάντησαν έναν άνθρωπο, ο οποίος εκ γενετής δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα πόδια του και με την πνευματική δύναμη αυτών, που είχαν μάθει από τον Διδάσκαλό τους, σήκωσαν αυτόν τον άνθρωπο, τον έστησαν στα πόδια του, εντελώς θεραπευμένο και ικανό να περπατήσει – και να χοροπηδήσει! – μαζί τους καθώς έμπαιναν στο ναό για να προσευχηθούν (Πράξεις των Αποστόλων 3:1-10). Ότι κι αν τους έκανε διστακτικούς καθώς περπατούσαν προς τον τάφο του Ιησού εκείνο το πρώτο πρωινό του Πάσχα, γνώρισαν με βεβαιότητα όταν αντιμετώπισαν αυτόν τον άνθρωπο στην είσοδο του ναού.
Μπορούμε κι’ εμείς, επίσης, να αισθανθούμε να θεραπεύει αυτή η εμπιστοσύνη του Πάσχα.
Την άνοιξη του δεύτερου έτους φοίτησής μου στο κολλέγιο, μια από τις συγκατοίκους μου, μου άφησε ένα μήνυμα ότι ο παππούς μου είχε αποδημήσει. Η είδηση αυτή με συνέτριψε. Όχι γιατί ο θάνατός του ήταν ξαφνικός, αλλά γιατί αισθάνθηκα ότι για πολλά χρόνια, είχα απομακρυνθεί από κοντά του. Μεγάλωσα περνώντας πολλά πρωινά στην κουζίνα του, τρώγοντας το πρωινό μου μαζί του πριν πάρω το σχολικό λεωφορείο. Με τους γονείς μου να εργάζονται και οι δύο πλήρες ωράριο, ήταν ένα αναπόσπαστο μέρος της ανατροφής μου, και ήμασταν πολύ κοντά.
Αλλά καθώς είχα απορροφηθεί από τη ζωή στο κολλέγιο, τόσο μακριά από όπου ζούσε, δεν του είχα γράψει ή τηλεφωνήσει όπως ήλπιζα να κάνω, ή, όπως συνειδητοποίησα εκείνη τη στιγμή, θα έπρεπε να είχα κάνει. Με την καρδιά γεμάτη ενοχή και λύπη, πήγα στο σπίτι για τη νεκρώσιμη ακολουθία.
Η επόμενη Κυριακή ήταν Πάσχα. Καθώς καθόμουν στην εκκλησία, με το πρωινό φως να γλιστρά μέσα από τα παράθυρα, άρχισα να ακούω το μήνυμα της αναστάσεως από μια νέα άποψη. Όπως ο Ιησούς απέδειξε στους μαθητές του ότι δεν μπορούσε να βρίσκεται σε ένα μνήμα, ούτε ο παππούς μου μπορούσε να βρίσκεται εκεί. Ένας τόπος ταφής δεν θα μπορούσε να χωρέσει την πνευματική ουσία της αληθινής του ταυτότητας, ως παιδί του Θεού. Και επειδή ο Θεός ήταν πάντα παρών, όλες οι Θεόδοτες ιδιότητες, που αγάπησα στον παππού ήταν αιώνιες και πάντα παρούσες. Όσο πιο βαθειά κατανοούσα ότι η παρουσία του Θεού είναι άπειρη Αγάπη και Ζωή, τόσο έβλεπα ότι αυτή η θεία παρουσία εξέφραζε μια αιώνια, αδιάσπαστη σχέση με τον παππού μου και με κάθε άλλον που αγαπούσα.
Αισθάνθηκα ότι ένα τεράστιο βάρος λύπης και αυτοκαταδίκης κύλησε από πάνω μου. Υπήρχε μόνο μία ασυγκράτητη χαρά και ευγνωμοσύνη – για το σπουδαίο παράδειγμα του Ιησού, για τους μαθητές του, που το μετέφεραν από γενεά σε γενεά, για τον καθένα από εμάς, που παρευρισκόμασταν σ’ αυτή τη νεκρώσιμη ακολουθία διατηρώντας με αγάπη αυτό το μήνυμα στη ζωή μας.
Η νεκρώσιμη ακολουθία τελείωσε με τον γνωστό ύμνο του Πάσχα (Νο.413 από το Υμνολόγιο της Χριστιανικής Επιστήμης) που έβαζε για μένα ένα θαυμαστικό σε όλα αυτά. Τραγουδούσα με πραγματική αγαλλίαση γιατί είχα δει «τον άνθρωπο που δημιούργησε ο Θεός». Αισθάνθηκα «ελεύθερη από φόβο, πόνο και λύπη» και γέμισα έμπνευση με μια νέα δέσμευση ότι «κάθε ημέρα θα είναι Πάσχα, γεμάτη με νέες ευλογίες» (Frances Thompson Hill).
Ο ζωγράφος Ευγένιος Burnand σίγουρα έπιασε το νόημα της ανθρώπινης φύσης των μαθητών στην πορεία τους σε μια νέα κατανόηση του Χριστού. Αλλά αυτό που είδαν δεν μπορεί ποτέ να αποδοθεί με τη ζωγραφική ή με οποιοδήποτε άλλο καλλιτεχνικό μέσο. Απαιτεί την ευρύτητα της δικής μας πνευματικής ζωής και αγάπης να το αποδώσει απόλυτα, αφήνοντας την κάθε ημέρα να γίνεται το δικό του αριστούργημα του Πάσχα.