Τον περασμένο χρόνο πριν από τη σεζόν του ποδοσφαίρου, η ομάδα του σχολείου μου πήγε στην Φλώριδα για να εκπαιδευθεί για μια εβδομάδα κατά τη διάρκεια των διακοπών της άνοιξης. Ήμουν ενθουσιασμένη γιατί θα αφιέρωνα όλο τον χρόνο μου στο ποδόσφαιρο. Μερικά άλλα κορίτσια κι’ εγώ καθυστερήσαμε να φθάσουμε γιατί ήμασταν στο Ισραήλ για το πρώτο μισό του διαστήματος των διακοπών. Ήμουν ανήσυχη γιατί είχαμε χάσει μερικές προπονήσεις.
Η πρώτη μου προπόνηση εκείνο το βράδυ ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Καθώς τελειώναμε την προπόνηση, κάναμε δρόμους ταχύτητας και τότε άρχισα να νοιώθω έντομα την κούραση από το υπερατλαντικό ταξίδι. Προσπάθησα να σκεφθώ όλα τα πράγματα για τα οποία θα μπορούσα να είμαι ευγνώμων· περιστοιχιζόμουν από μία εμπνευσμένη ομάδα κοριτσιών και ήμουν σε ένα τόσο όμορφο μέρος. Είχα μόλις έρθει από ένα από τα πιο εμπνευσμένα μέρη στον κόσμο, τη γη όπου συνέβησαν πολλά βιβλικά γεγονότα. Πίστευα ακράδαντα ότι κανένα κακό, ούτε κάποιο επακόλουθο από τα ταξίδια μου, θα μπορούσε να με εμποδίσει να κάνω το καλό και να εκφράζω τον Θεό. Ένοιωσα να με περιβάλει μια ενθαρρυντική αίσθηση αγάπης όταν κοίταξα τις συμπαίκτριές μου. Επαναλάμβανα μέσα μου τον ύμνο: «Περπατώ με την Αγάπη» (Νο. 139 από το Υμνολόγιο της Χριστιανικής Επιστήμης, της Minny M. H. Ayers) και ήμουν σίγουρη ότι η κόπωση δεν θα με κατέβαλε. Και έτσι έγινε. Ολοκλήρωσα την προπόνηση με αμείωτη δύναμη.
Το κέφι μου ήταν πολύ καλό όταν πήγα να προπονηθώ την επομένη ημέρα. Ένοιωθα αυτοπεποίθηση και πνευματικά ενδυναμωμένη. Κατά την προπόνηση, μια μπάλα ερχόταν προς εμένα και όταν τέντωσα το πόδι μου για να την φθάσω, ένοιωσα έναν οξύ πόνο στο γόνατό μου και έπεσα στο έδαφος. Τότε, ο φόβος πλημμύρισε το νου μου. Με αστραπιαία ταχύτητα άρχισα να σκέπτομαι διάφορα σενάρια. Τι θα συνέβαινε αν δεν μπορούσα να προπονηθώ πια; Θα μπορούσα έστω να περπατήσω; Θα απογοήτευα την ομάδα μου;
Μετά τον αρχικό φόβο ήρθε η απογοήτευση. Δεν μπορούσα να το πιστέψω! Αισθανόμουν ότι ήμουν εντελώς θύμα. Αμέσως, τηλεφώνησα στον πατέρα μου, πρακτίσιονερ της Χριστιανικής Επιστήμης. Η ήρεμη φωνή του με παρηγόρησε· ήξερα ότι ήταν σίγουρος για τους νόμους του Θεού που διέπουν τη ζωή μας. Ο μπαμπάς μου γνώριζε πολύ καλά ότι η επιθυμία μου να εργαστώ ανιδιοτελώς για την ομάδα μου δεν θα μπορούσε να εκμηδενιστεί από μία πλάνη ή μία λανθασμένη σκέψη ότι υπήρχε κάποια άλλη δύναμη εκτός από τον Θεό, το καλό, στη ζωή μου. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι αναλύοντας τόσο πολύ την κατάσταση με το να θέτω ερωτήματα και ανησυχίες θα έκανε την πλάνη να φαίνεται πιο πραγματική και ισχυρή. Η συζήτηση με τον πατέρα μου με βοήθησε, και μου είπε ότι θα προσευχόταν μαζί μου.
Καθώς οι μέρες περνούσαν, οφείλω να ομολογήσω ότι προσπάθησα να χρησιμοποιήσω την ανθρώπινη βούληση για την καλύτερη πορεία του τραυματισμού μου – πράγμα το οποίο, όμως, δεν βοήθησε. Μπορούσα να περπατήσω ελαφρά, αλλά δεν ήμουν σε θέση να τρέξω ή να παίξω ποδόσφαιρο. Ο πατέρας μου συνέχιζε να προσεύχεται για την θεραπεία μου ακολουθώντας τους κανόνες της Χριστιανικής Επιστήμης και μοιραζόμασταν ιδέες, αλλά, κατά κάποιον τρόπο, απλά εξακολουθούσα να θέλω να «αναγκάσω» το γόνατό μου να γίνει καλά. Τον επόμενο μήνα, ήμουν στον πάγκο, και αισθανόμουν ακόμη θύμα· δεν μπορούσα να τρέξω ή να παίξω ποδόσφαιρο και ήμουν πολύ στενοχωρημένη. Είχα εστιάσει την προσοχή μου μόνο στα προβλήματά μου, και ανησυχούσα ότι δεν θα έκανα καμία πρόοδο εκείνη την εποχή.
Μία ημέρα στο σχολείο, ενώ παρακολουθούσα την ομάδα να παίζει, πήγα την σκέψη μου πίσω, στον καιρό που ήμασταν στην Φλώριδα. Θυμήθηκα την πρώτη μου προπόνηση εκεί, όπου είχα δεχθεί την πρόκληση κάθε νοερής υποβολής – κάθε σκέψης, που δεν ευθυγραμμιζόταν με την καλοσύνη του Θεού – που μου είχε επιτεθεί. Εκείνο το βράδυ, αισθάνθηκα πραγματικά ότι η δύναμη του Θεού με έκανε να ξεπεράσω κάθε πρόκληση να ενδώσω ή να εγκαταλείψω. Οι συμπαίκτριές μου με βοήθησαν πολύ, λέγοντας αποσπάσματα από την Αγία Γραφή και τα συγγράμματα της Mary Baker Eddy, καθώς τρέχαμε στο γήπεδο. Συνειδητοποίησα ότι είχα την πλήρη υποστήριξη από όλους που με περιέβαλαν, και δεν υπήρχε τίποτα, που θα μπορούσε να με λυγίσει.
Αυτό πυροδότησε κάτι μέσα μου. Όλος ο φόβος ενός νέου τραυματισμού εξαφανίστηκε. Ξαφνικά, εστίασα την προσοχή μου περισσότερο στο να δεχθώ ποια ήταν η αλήθεια για μένα και στο να αφοσιωθώ στην προσευχή. Άρχισα να ξεφεύγω από τον εαυτό μου· νοιαζόμουν ακόμη περισσότερο για την ομάδα, και η μεγαλύτερή μου επιθυμία ήταν να αγαπήσω τον Θεό πιο βαθειά. Μελετούσα το Βιβλικό Μάθημα της Χριστιανικής Επιστήμης πολύ πιο σοβαρά, και περίμενα με ανυπομονησία να έλθει η ώρα να πάω στο Κυριακάτικο Σχολείο και στις συναντήσεις της Τετάρτης, όπου μέλη της εκκλησίας αφηγούνται μαρτυρίες θεραπειών που έχουν βιώσει. Αυτά με ενέπνευσαν να συνεχίσω να προσεύχομαι.
Όταν διάβαζα, ένα πρωί, το Επιστήμη και Υγεία με Κλειδί των Γραφών της Mary Baker Eddy, βρήκα αυτή την περικοπή: «Μην αφήνεις ούτε το φόβο ούτε την αμφιβολία να επισκιάσει την καθαρή αίσθηση και την ήρεμη εμπιστοσύνη σου ότι η παραδοχή ότι η ζωή είναι αρμονική – όπως και είναι η Ζωή αιωνίως – μπορεί να εξαλείψει κάθε οδυνηρή αίσθηση ή δοξασία σε ότι δεν είναι Ζωή» (σελ. 495: 16). Τότε ένοιωσα τι μου συνέβαινε. Είχα αφήσει τον φόβο και την αμφιβολία να εξουσιάζουν την πίστη μου στον Θεό! Την υπόλοιπη ημέρα, κάθε φορά που ένοιωθα φόβο τον έδιωχνα γνωρίζοντας ότι όλη η ζωή είναι του Θεού.
Συνειδητοποίησα πόσο μεγάλη απάτη είναι ο φόβος, και όταν ενδώσει κανείς σε αυτήν, μπορεί να φανεί ότι είναι πολύ ισχυρή. Αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Όταν αποδέχθηκα εντελώς ότι δεν υπήρχε «φόβος εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω διώκει τον φόβον» (Α’ Ιωάννου 4:18), η σκέψη μου άλλαξε και υπήρξε πρόοδος. Ένοιωσα ότι η πίστη μου μεγάλωσε γιατί ενδιαφερόμουν περισσότερο για τους άλλους, τις συμπαίκτριές μου και τον Θεό, παρά να νοιώθω άγχος για έναν προσωπικό τραυματισμό.
Με αυτή την αλλαγή της σκέψης, το γόνατό μου έγινε καλύτερα και όλα έγιναν φυσιολογικά όπως πριν. Βρέθηκα στο γήπεδο πάλι, και, από τότε, παίζω ποδόσφαιρο και εκφράζω τον Θεό.