Skip to main content Skip to search Skip to header Skip to footer

Μπορεί η ζωή να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού;

Από τον Κήρυκα της Χριστιανικής Επιστήμης - 1 Οκτωβρίου 2012

Christian Science Journal, March 2010


Τίποτα – ούτε θάνατος ούτε ζωή – δεν μπορεί «να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού», έγραψε ο Απόστολος Παύλος στην Επιστολή του προς τους Ρωμαίους (8:39). Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Παύλος, είχε πάντα αυτή την πεποίθηση.

Πως θα μπορούσε ποτέ η ζωή να μας χωρίσει από το Θεό; Δεν είναι ο σκοπός της ζωής να μάθουμε για το Θεό και να βρούμε τον δρόμο μας κοντά σ’ Αυτόν; Νομίζω ότι αυτοί που σκέπτονται πνευματικά, θα απαντήσουν, ναι. Αλλά η θνητή ύπαρξη, από τη φύση της, μπορεί να φαίνεται απίστευτα δελεαστική και περιλαμβάνει οτιδήποτε που θα αποσπούσε την προσοχή μας από το να προοδεύσουμε πνευματικά – μια εμμονή με την επιτυχία, την άσκηση, την εμφάνιση, με κοινωνικά ή πολιτικά θέματα, με το θέμα του χρόνου, ή το να παρασυρόμαστε  σε μια ατελείωτη σπουδή για οικογενειακές δραστηριότητες και δεσμεύσεις.

Και για μένα υπήρξαν πολλοί περισπασμοί, σ’ ένα σπίτι γεμάτο παιδιά. Είχα τις συνηθισμένες υποχρεώσεις προς τα νεαρά μέλη της οικογένειάς μου, μια πολύ απαιτητική καριέρα και είχα, επίσης, να εκπληρώσω τα καθήκοντά μου στην εκκλησία. Συχνά, αισθανόμουν ότι δεν είχα καθόλου χρόνο για τον εαυτό μου να σκεφθώ και να αναπτυχθώ πνευματικά, ή απλά να εκφράσω πληρέστερα την αγάπη που ένοιωθα για την ανθρωπότητα. Θυμάμαι ένα Σάββατο, που την αυγή, έκανα τις γραμμές σε γήπεδα ποδοσφαίρου για την κοινότητά μας, ήμουν προπονητής σε δύο παιχνίδια και διαιτητής σε ένα άλλο. Εκείνο το απόγευμα έπρεπε να οδηγήσω επί μία ώρα για να παρακολουθήσω ένα εκκλησιαστικό συμβούλιο σε εθνικό επίπεδο όπου ήμουν πρόεδρος. Καθώς οδηγούσα με ταχύτητα από το σπίτι μας προς την εθνική οδό, θυμάμαι ότι είπα δυνατά, «Γιατί το κάνω αυτό; Δεν μπορώ να το αντέξω». Αισθάνθηκα ότι αυτή η συνάντηση με απομάκρυνε από την οικογένειά μου, με την οποία είχα λίγο χρόνο να περάσω καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας. Μια αίσθηση αδικίας ξεπήδησε από μέσα μου. Είχα επιτρέψει στον εαυτό μου να μην βλέπει την παρουσία του Θεού, την ατμόσφαιρα Αγάπης που πάντα με αγκάλιαζε, ακόμη κι’ εκείνη την στιγμή της απόγνωσης. Τότε κατάλαβα ότι έπρεπε να σταματήσω να επικεντρώνομαι σε μένα – έναν θνητό που είχε απομακρυνθεί από την καθοδήγηση της θείας Αγάπης – σαν να ήταν τα καθήκοντα που είχα  μόνον στους ώμους μου. Δεν μπορούσα να βγω χαμένος από πράξεις ανιδιοτελούς αγάπης που παρακινούνται από την επιθυμία να κάνω κάτι καλό για την κοινότητά μου και την εκκλησία μου. Δεν θα υποφέραμε ούτε η οικογένειά μου ούτε εγώ.  

Στο συμβούλιο, χάρηκα όταν ένα άλλο μέλος της επιτροπής πρότεινε να με διαδεχθεί στην προεδρία για το επόμενο έτος. Τέλεια.

Ενώ δεν θυμάμαι ακριβώς τα αποσπάσματα από την Αγία Γραφή και τα συγγράμματα της Mary Baker Eddy που μου ήρθαν στο νου κατά την διάρκεια εκείνης της διαδρομής πριν από πολλά χρόνια, αυτό που ελευθέρωσε την σκέψη μου εξηγείται σ’ αυτή την δήλωση της κας Eddy, η οποία ανακάλυψε την Χριστιανική Επιστήμη: «Επειδή είμαστε βυθισμένοι στο υλικό εγώ δεν διακρίνουμε και δεν αντανακλούμε παρά αμυδρά την ουσία της Ζωής ή του Νου. Η άρνηση του υλικού εγώ, μας βοηθάει να διακρίνουμε την πνευματική και αιώνια ατομικότητα του ανθρώπου και εξαλείφει την εσφαλμένη γνώση που πηγάζει από την ύλη ή από τις λεγόμενες υλικές αισθήσεις» (Επιστήμη και Υγεία, σελ.91).  Για να απαλλαγώ από κάθε αίσθηση απογοήτευσης,  έπρεπε να απορρίψω την λανθασμένη άποψη του εγώ – ενός πολυάσχολου πατέρα απορροφημένου από τις δραστηριότητές του και καταπιεσμένου από τα στενά όρια του χρόνου. Γνώριζα, ως Χριστιανός Επιστήμων, ότι ο καθένας από εμάς ζει μέσα στην θεία Ζωή και ότι σ’ αυτή την Ζωή κάθε καλή και σωστή δραστηριότητα κυβερνάται από τον ένα Νου, ή το Θεό. Ο Νους οδηγεί τον καθένα από εμάς να συνεισφέρει ανιδιοτελώς στην ανθρωπότητα, χωρίς να αισθάνεται ότι επιβαρύνεται. Βλέποντας τον εαυτό μας από αυτή την πνευματική πλεονεκτική θέση δεν χρειάζεται να γίνουμε ασκητές. Αλλά αυτό που απαιτείται είναι μια αλλαγή άποψης. Όταν προσεγγίζουμε τον κατάλογο των καθημερινών μας υποχρεώσεων, έχοντας επίγνωση της πνευματικής μας ταυτότητας, δεν θα βυθιστούμε στο υλικό εγώ και τους περιορισμούς του. Ανταποκρινόμαστε φυσικά, χωρίς τριβές, στην έμπνευση και καθοδήγηση της Αγάπης, και είμαστε σε θέση να βλέπουμε τους  γύρω μας με την ίδια άποψη.  Απορρίπτουμε αυθόρμητα την λανθασμένη αντίληψη ότι υπάρχουν άτομα και νόες χωριστά από το Θεό, που προκαλούν συναισθήματα και απόψεις που μπορεί να μας αναστατώσουν ή να αποσπάσουν την προσοχή μας ή να υπαινίσσονται ότι έχουμε χάσει τον σκοπό μας.

Ας το αναλύσουμε. Επακόλουθο της απορρόφησής μας από την πίεση της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι ότι μπορεί να χάσουμε τον πραγματικό μας στόχο. Ποιο στόχο; Τον στόχο να βλέπουμε την ανθρωπότητα ως αναμάρτητη – άτρωτη από τους περιορισμούς της θνητότητας. Είναι η αποστολή του Χριστού να κλονίσει την δοξασία στην αμαρτία.  Η κα Eddy έγραψε: «Σήμερα γίνονται, όπως και τότε, σημεία και τέρατα στη μεταφυσική θεραπεία των σωματικών ασθενειών, αλλά τα σημεία αυτά αποβλέπουν εις το να αποδείξουν απλώς τη θεία της προέλευση – εις το να επιβεβαιώσουν την αλήθεια ότι η ανώτερη αποστολή της δύναμης του Χριστού είναι η άρση των αμαρτιών του κόσμου (Επιστήμη και Υγεία, σελ.150).  Πως συμβαίνει αυτό; Πως η δύναμη του Χριστού θα άρει τις αμαρτίες του κόσμου; Απάντηση: καταλύοντας την βασική δοξασία ότι ο άνθρωπος μπορεί να χωριστεί από το Θεό.

Η πρώτη αμαρτία, η αρχή της αμαρτίας, ήταν η δοξασία στο όνειρο του Αδάμ, ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος έχασε την ενότητά του με τον Δημιουργό του και είναι νους στην ύλη, ένας θνητός, ανεξάρτητος από το θείο Νου και, ως εκ τούτου, χωρισμένος από την αγάπη του Θεού. Δεν υπάρχει πρόβλημα, πίεση ή βάρος που δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυτή την ψεύτικη υπόθεση. Αλλά κάθε άνδρας ή γυναίκα, που είναι επιδεκτικός στον πανταχού παρόντα Χριστό, έχει την έμφυτη ικανότητα να απορρίπτει την πλήρη απορρόφηση από την θύελλα της υλικής ζωής. Όταν απορρίπτουμε την δοξασία ότι ζούμε στην ύλη και ως εκ τούτου μπορεί να καταπιεζόμαστε από τις δραστηριότητές της, ανακαλύπτουμε ότι δεν μπορεί να χωριστούμε από την αγάπη του Θεού. Δεν χρειάζεται να σταματήσουμε να είμαστε ενεργοί. Αντίθετα, στην προσευχή, μπορούμε να θέσουμε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα υπό το νόμο της θείας Ζωής και Αγάπης. Ένα επακόλουθο όφελος από αυτό είναι ότι, αχώριστος από το Θεό, ο άνθρωπος δεν μπορεί να καταλήξει να γίνει κληρονόμος της δοξασίας της αμαρτίας, της ασθένειας και του θανάτου.

Για να διατηρήσω αυτή την ορθή άποψη για την ανθρωπότητα (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου), μου αρέσει να σκέφτομαι το παράδειγμα του Δασκάλου, όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Χριστιανικής Επιστήμης: «Ο Ιησούς έβλεπε στην Επιστήμη τον τέλειο άνθρωπο, που εμφανιζόταν σ’ αυτόν εκεί όπως ο αμαρτωλός θνητός άνθρωπος εμφανίζεται στους θνητούς. Στον τέλειο αυτόν άνθρωπο ο Σωτήρας έβλεπε την ομοίωση του Θεού και η σωστή αυτή θέα του ανθρώπου θεράπευε τους αρρώστους». Το βιβλίο συνεχίζει: «Έτσι ο Ιησούς δίδαξε ότι η βασιλεία του Θεού είναι άθικτη, παγκόσμια, και ότι ο άνθρωπος είναι αγνός και άγιος» (Επιστήμη και Υγεία, σελ.476-477). Αίρομε τις αμαρτίες του κόσμου βλέποντας τον εαυτό μας και όλη την ανθρωπότητα ως αγνό και άγιο, κι’ όχι ότι είμαστε βυθισμένοι στο υλικό εγώ και στις συγκρούσεις. Αυτό δίνει πραγματικό σκοπό στην ανθρώπινη δραστηριότητα.   

Μερικές φορές, βέβαια, πραγματικά χρειαζόμαστε χρόνο, πέρα από την πολυάσχολη ζωή μας, για να ανυψωθούμε πνευματικά. Η κα Eddy γνώριζε πόσο σημαντικό ήταν να μένει μακριά από τους περισπασμούς της κοινωνίας για να ενισχύσει την ενότητά της με το θείο Νου, το Πνεύμα. Όπως εξήγησε, επί τρία χρόνια «αποσύρθηκε από την κοινωνία» μελετώντας τις Γραφές για να ανακαλύψει ένα «θετικό κανόνα» για την Νοοθεραπεία. Και συνέχισε λέγοντας ότι η έρευνά της ήταν «γλυκιά, ήρεμη και γεμάτη ελπίδες, όχι ιδιοτελής ούτε καταθλιπτική» (Επιστήμη και Υγεία, σελ. 109). Τι υπέροχη αίσθηση δραστηριότητας καθοδηγούμενη από τη Ζωή. 

Μπορεί να μην γράφουμε ένα βιβλίο ή να ιδρύουμε μια θρησκεία, αλλά μπορεί να έχουμε παιδιά να μεγαλώσουμε, απαιτητική εργασία, υποχρεώσεις στην κοινότητα ή την εκκλησία μας και είμαστε τόσο απορροφημένοι ώστε δεν αισθανόμαστε την αγάπη του Θεού να αντανακλάται στη ζωή μας. Αυτές τις στιγμές, θα φαινόταν ότι η ζωή μας πράγματι μας έχει χωρίσει από τη Ζωή. Αλλά η ζωή συνεχώς αντανακλά την Αγάπη και η αγάπη του Θεού έρχεται σε μας χωρίς ένταση, ή δυσαρμονία, ή την αίσθηση ότι θα μπορούσαμε με κάποιο τρόπο να είμαστε διαχωρισμένοι από Αυτόν.

Ο Απόστολος Παύλος ήταν ένας πολυάσχολος άνδρας. Ταξίδεψε από την Αθήνα στην Ρώμη, παρουσιάζοντας τον Χριστιανισμό στον κόσμο. Και το έκανε παρά την έντονη εναντίωση. Αλλά δεν θύμωσε για την αντίσταση στο έργο του, ή το μέγεθος της πρόκλησης. Πάνω απ’ όλα, δεν βυθίσθηκε στον εαυτό του. Ασχολήθηκε με την Θεο-καθοδηγούμενη αποστολή του.  Αυτό τον ελευθέρωσε από την απομόνωση και τον προστάτευσε σε πολλές περιπτώσεις από αυτούς που θα ήθελαν να τον κάνουν να σιγήσει. Γνώριζε από εμπειρία αυτό που κι’ εμείς, επίσης, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε – ότι κανένας από μας δεν μπορεί να χωριστεί από την αγάπη του Θεού στη ζωή, γιατί η Ζωή είναι Θεός. 

Η Αποστολή του Κήρυκα

Το 1903, η Μαίρη Μπέϊκερ Έντυ, ίδρυσε το περιοδικό Ο Κήρυκας της Χριστιανικής Επιστήμης. Ο σκοπός του: «να διακηρύξει την παγκόσμια δραστηριότητα και την διαθεσιμότητα της Αλήθειας». Ο ορισμός της λέξης «κήρυκας», όπως αναφέρεται σε ένα λεξικό, είναι «προάγγελος - ένας αγγελιοφόρος που προπορεύεται για να μεταφέρει ένα μήνυμα για κάτι που πρόκειται να ακολουθήσει», δίνει ιδιαίτερη σημασία στην προσωνυμία Κήρυκας και επιπλέον επισημαίνει την υποχρέωσή μας, την υποχρέωση του καθενός από εμάς, να δούμε ότι ο Κήρυκάς μας εκπληρώνει την εμπιστοσύνη του, μία εμπιστοσύνη αχώριστη από τον Χριστό και που πρώτα ανήγγειλε ο Ιησούς (Μαρκ.16:15), «Υπάγετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον εις όλην την κτίσιν».

Μαίρη Σαντς Λη, Sentinel (Φρουρός) της Χριστιανικής Επιστήμης, 7 Ιουλίου, 1956.

Μάθετε περισσότερα για τον Κήρυκα και την Αποστολή του.