Είχες, ποτέ, πολύ μεγάλες ελπίδες και βλέψεις υψηλές, που σε παρακινούσαν να ακολουθήσεις μία νέα κατεύθυνση; Και όταν το έπραξες, είχες ενθαρρυντικότατα αποτελέσματα, που ώθησαν τις ελπίδες σου και την αφοσίωσή σου ακόμα υψηλότερα; Και τότε, κάτι συνέβη, που γκρέμισε τις ελπίδες σου;
Εάν ναι, μπορείς να αντιληφθείς, σε κάποιο βαθμό, πώς αισθάνθηκαν οι Απόστολοι μετά την σταύρωση του Ιησού Χριστού.
Ένας- ένας, οι αρχικοί δώδεκα μαθητές του Ιησού τον είχαν ακολουθήσει, αυθόρμητα, διότι είχε ξυπνήσει μέσα τους μία πρωτοφανή ελπίδα. Επί παραδείγματι, ας αναλογισθούμε την περίπτωση του Ματθαίου. Η Αγία Γραφή καταγράφει τα εξής: «Και διαβαίνων ο Ιησούς, είδεν άνθρωπον καθήμενον εις το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον, και λέγει προς αυτόν· Ακολούθει μοι. Και σηκωθείς ηκολούθησεν αυτόν (Κατά Ματθαίον 9:9). Ο Ματθαίος, προφανώς, διέκρινε στον Ιησού κάτι, που συγκλόνισε την καρδιά του σε τέτοιο βαθμό, ώστε, αυθόρμητα, σηκώθηκε, εγκατέλειψε την στρωμένη του δουλειά και αποφάσισε να ακολουθεί τον Ιησού, όπου κι αν αυτό επρόκειτο να τον οδηγήσει.
Κάθε ένας που ακολούθησε τον Χριστό, αισθάνθηκε ότι είναι απαραίτητο να δώσει την πρωτοκαθεδρία στον Θεό – να αναπτύξει αρετές όπως πραότητα, δικαιοσύνη και έλεος, να επιτρέψει στο φως της αγάπης του Θεού να κυριαρχεί μέσα του και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να αποδείξει ότι η ζωή είναι, πράγματι, πνευματική και, άρα, αιώνια. Είχαν ιδιαιτέρως εμπνευσθεί από αυτήν την πνευματική διδασκαλία του Ιησού και, κυρίως, από τα πρακτικά αποτελέσματα, των οποίων ήταν μάρτυρες, καθώς ζωές αποκαθίσταντο και αναμορφωνόντουσαν. Όμως, όταν ο Ιησούς σταυρώθηκε και το σώμα του τοποθετήθηκε σε έναν τάφο, οι ελπίδες τους καταποντίστηκαν. Είχαν πιστέψει ότι, ακολουθώντας τον Ιησού και ενθαρρύνοντας και άλλους να το πράξουν, τόσον αυτοί όσο και οι άλλοι θα απελευθερωνόντουσαν από τα δεσμά της θνητότητας. Και τώρα, ο ίδιος ο Ιησούς είχε υποκύψει στην θνητότητα, ή έτσι έμοιαζε, - μέχρις ότου εμφανίστηκε μπροστά τους ζωντανός.
Η ανάσταση του Ιησού εκ νεκρών ήταν η τελεσίδικη απόδειξη όλων όσων τους είχε διδάξει για την όντως υπαρκτή και παρούσα αγάπη και δύναμη του Θεού. Και με αυτή την απόδειξη, οι μαθητές εδραίωσαν , περισσότερο και από πριν, την ελπίδα, πίστη και αποφασιστικότητά τους. Και αυτή τους η ελπίδα και προσήλωση μεγάλωσαν ακόμη περισσότερο, όταν ο Ιησούς ανελήφθη. Δεν βασιζόντουσαν, πλέον, στην φυσική παρουσία του Ιησού. Τώρα, είχαν ενστερνιστεί την θεία Αλήθεια της διδασκαλίας του Ιησού και αυτήν ακολουθούσαν, κήρυτταν και αποδείκνυαν. Σε τελική ανάλυση, ήταν ο Ιησούς, που είχε πει: «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν. Και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει» (Κατά Ιωάννην 8:31,32).
Δεν ήταν, όπως τελικά αποδεικνύεται, η ανθρώπινη προσωπικότητα του Ιησού που είχε, αρχικά, ωθήσει τους μαθητές να τον ακολουθήσουν. Ήταν η θεία Αλήθεια και Αγάπη, που η όλη του στάση απέπνεε, που διαπότιζαν την διδασκαλία του, θεράπευαν τους αρρώστους, αναμόρφωναν τους αμαρτωλούς και ανέστηναν τους νεκρούς. Η θεία Αλήθεια και Αγάπη ήταν εκείνο, που ο Ιησούς περίμενε από αυτούς να ακολουθήσουν, να κηρύξουν και με απτές αποδείξεις να παρουσιάσουν – τον ζώντα Χριστό, που τον είχε καταστήσει ικανό να εγερθεί εκ νεκρών. Το μόνο που χρειαζόταν για να καταλύσουν τα δεσμά της θνητότητας, τόσον για τον εαυτό τους όσο και για τους άλλους, ήταν να παραμείνουν πιστοί στις διδαχές του.
Ένα από τα σημαντικά πράγματα, που ο Ιησούς δίδαξε, ήταν ότι, εν ευθέτω χρόνω, ο Θεός θα έστελνε έναν Παράκλητο για να εξηγήσει την διδασκαλία του. Αυτός ο Παράκλητος θα καταστούσε ικανούς τους ειλικρινείς αναζητητές, τους ταπεινούς μαθητευόμενους να καταλάβουν αρκετά τις διδαχές του Ιησού ώστε να φέρουν θεραπεία και αναμόρφωση στους άλλους, αποβλέποντας στην τελική πλήρη απαλλαγή της ανθρωπότητας από την αμαρτία, την ασθένεια και τον θάνατο.
Μελετώντας με πίστη την Αγία Γραφή, η Μαίρη Μπέϊκερ Έντυ άρχισε να διακρίνει, από την παιδική της ηλικία ακόμη, τα βαθύτερα πνευματικά μαθήματα και την δύναμη της διδασκαλίας του Ιησού. Σαν ενήλικας, καθώς προσευχόταν και μελετούσε τις αγαπημένες διηγήσεις θεραπειών του Ιησού, θεραπεύτηκε από μία κατάσταση από την οποία κανείς δεν περίμενε ότι θα αναρρώσει. Επιθυμώντας να καταλάβει τι ήταν αυτό που φώτισε την σκέψη της επιφέροντας την θεραπεία της, αφιέρωσε όλον της τον χρόνο, επί τρία χρόνια, στην αναδίφηση της Αγίας Γραφής επιδιώκοντας την κατανόηση. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι της αποκαλύφτηκε ο Παράκλητος- ότι αποκαλύφτηκε στην δεκτική σκέψη της – από τον Θεό. Και αυτό το γεγονός πιστοποιήθηκε με τις θεραπείες, που επιτελούσε και, που επιτελούσαν και άλλοι έχοντας διδαχθεί τις μεταφυσικές αλήθειες, που εκείνη μέσω της Αγίας Γραφής μάθαινε.
Στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή, ο Παύλος έγραψε το εξής: «και αν ο Χριστός δεν ανέστη, μάταιον άρα είναι το κήρυγμα ημών, ματαία δε και η πίστις σας» (15: 14) και: «Επειδή καθώς πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, ούτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ»(15: 22). Η κυρία Έντυ έμαθε μέσω της μελέτης της Βίβλου ότι η πίστη της δεν ήταν μάταια και ότι η αλήθεια, που της είχε αποκαλυφθεί, ήταν αποδείξιμη. Έμαθε ότι η διήγηση του δεύτερου κεφαλαίου της Γενέσεως, όπου αναφέρεται ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο υλικό, υποκείμενο στην αμαρτία και τον θάνατο, είναι μύθος, ένα όνειρο που λέει ότι υπάρχει ζωή στην ύλη. Έμαθε ότι, αντιθέτως, η διήγηση της δημιουργίας στο πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως, που αποκαλύπτει ότι ο άνθρωπος είναι η πνευματική και αιώνια απόρροια και αντανάκλαση του Θεού, ήταν η αλήθεια της αιώνιας Ζωής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιλήφτηκε ότι ο Παράκλητος της είχε αποκαλυφθεί- ότι είχε ανακαλύψει την θεία Επιστήμη του Χριστού, ή τους νόμους του Θεού, την οποία ο Ιησούς είχε διδάξει και επιδείξει.
Στο βιβλίο της, Η Πρώτη Εκκλησία του Χριστού, Επιστήμων, και Διάφορα, η κυρία Έντυ έγραψε το εξής: «Η θεία μεταφυσική δεν είναι κάτι που του αξίζει να το χλευάζουμε. Είναι η Αλήθεια μεθ’ημών, ο Θεός, που αποδεικνύεται έμπρακτα, όχι μόνον μέσω των θαυμάτων και των παραβολών, αλλά με παρούσα απόδειξη. Είναι η θεία φύση του Θεού, που δεν ανήκει σε μία εξαίρεση που τώρα έληξε ,αλλά είναι πάντοτε παρούσα εκβάλλοντας δαιμόνια, θεραπεύοντας τους αρρώστους και εγείροντας τους νεκρούς- ανασταίνοντας άτομα, θαμμένα όχι στο χώμα, αλλά στην υλική αίσθηση» (σελ. 109-110).
Σαν μία επί δεκαετίες μαθήτρια της Χριστιανικής Επιστήμης και θεραπεύτρια μέσω της Χριστιανικής Επιστήμης, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι αυτή η Επιστήμη του Χριστού έχει πρακτικά αποτελέσματα. Ξυπνά την επιδεκτική σκέψη, ανασταίνει «άτομα θαμμένα όχι στο χώμα, αλλά στην υλική αίσθηση», ανυψώνει τις ελπίδες τους στην αιώνια Ζωή, τους παρωθεί να ακολουθήσουν τον τρόπο ζωής του Χριστού και επιφέρει σωματική θεραπεία και πνευματική αναμόρφωση των ιδίων και των άλλων.
Επομένως, αναλογισθείτε και πανηγυρίστε για την Ανάσταση του Ιησού, το Πάσχα και κάθε μέρα. Εγερθείτε! Και ακολουθήστε τον Χριστό.