Skip to main content Skip to search Skip to header Skip to footer

Η δύναμη της Πρώτης Εντολής

Από τον Κήρυκα της Χριστιανικής Επιστήμης - 4 Δεκεμβρίου 2020

Αρχικά δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2018 του The Christian Science Journal


Γνωρίζουμε ότι, όταν οι ανθρώπινοι νόμοι είναι καλοί και σωστοί, όπως, επί παραδείγματι, οι κανόνες οδικής κυκλοφορίας, εξασφαλίζουν την ασφάλειά μας εφόσον τηρούνται. Αλλά, τι συμβαίνει όταν υπακούμε τον νόμο του Θεού και, συγκεκριμένα, την Πρώτη Εντολή; Πολλοί έχουν αποδείξει πως η υπακοή μας σε αυτήν εξασφαλίζει όχι μόνον την ασφάλειά μας, αλλά μάς προσφέρει και ένα αίσθημα πνευματικής δυνάμεως και κυριαρχίας.

Στην Αγία Γραφή, ο ψαλμωδός γράφει για τον νόμο του Θεού: «Ειρήνην πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου» (Ψαλμός 119: 165). Η γυναίκα που θεμελίωσε και ίδρυσε την Χριστιανική Επιστήμη, η Μαίρη Μπέϊκερ Έντυ, αγαπούσε την Αγία Γραφή και την κατονόμαζε ως την αυθεντία πίσω από την ανακάλυψή της. Γράφει: «Η πρώτη Εντολή, ‘Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού’, είναι ένας νόμος, που δεν πρέπει ποτέ να αθετείται – ένα θείο θέσπισμα, σε ισχύ χθες, σήμερα και πάντα» (Μήνυμα προς την Μητέρα Εκκλησία, το 1902, σελ.4).

Το υπέρτατο παράδειγμα εφαρμογής της Πρώτης Εντολής και της δυνάμεως, που αυτή η υπακοή προσφέρει, είναι ο Ιησούς Χριστός. Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο καταγράφει πώς ήλθε αντιμέτωπος με τον πειρασμό, τρείς φορές, όταν βρισκόταν μόνος του, στην έρημο  (4:1-11 ). Υπό το φως της Χριστιανικής Επιστήμης, αυτή η διήγηση μού έδειξε πώς ο πειρασμός, και στις τρεις περιπτώσεις, πίεζε τον Ιησού να δεχθεί μία υλική άποψη της ζωής και το ότι υπάρχει μία δύναμη ή επιρροή άλλη, πέραν του Θεού.

Αντιμετωπίζοντας και τις τρεις περιπτώσεις του πειρασμού, ο Ιησούς τις απέρριψε αμέσως και χωρίς δισταγμό, αναιρώντας τις με την αναφορά του σε συγκεκριμμένο χωρίο των Γραφών. Το χωρίο αυτό βρίσκεται στο Δευτερονόμιο, στην Παλαιά Διαθήκη. Δεν επανέλαβε, όμως, απλώς, λέξεις. Ήταν η πνευματικής εμπνεύσεως κατανόηση της σημασίας τους, ως ο Λόγος του Θεού, που αποκάλυψε το σφάλμα των ισχυρισμών, που του είχαν προταθεί και, που ο Λόγος του Θεού καθιστούσε κενούς σημασίας και άκυρους. Αυτό, που τον έβαζε σε πειρασμό, δεν ήταν ο λόγος του Θεού, δεν το είχε δημιουργήσει ο Θεός (Ιωάννην 1:1-3) και, επομένως, δεν ήταν αληθές ή πραγματικό.

Ο πρώτος πειρασμός, που αντιμετώπισε ο Ιησούς, ήταν η εισήγηση να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμί για να χορτάσει. Απάντησε: «Είναι γεγραμμένον, με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον δια στόματος Θεού». Ο Ιησούς αναγνώρισε ότι ο θείος Νους, το Πνεύμα, και όχι η ύλη, είναι η μόνη υπαρκτή, δημιουργική δύναμη, που, επίσης, μάς συντηρεί.

Στην δεύτερη περίπτωση, ο πειρασμός πρότεινε στον Ιησού να ριχτεί στο κενό από «το πτερύγιον του ιερού», αφού οι άγγελοι θα τον έσωζαν από το κακό. Ο Ιησούς απάντησε: «Πάλιν είναι γεγραμμένον, Δεν θέλεις πειράσει Κύριον τον Θεόν σου». Κατ’εμέ, αυτό σημαίνει πως είναι λάθος να θεωρούμε ότι η ζωή είναι υλική και, μετά, να ελπίζουμε πως ένας πνευματικός νόμος θα μάς σώσει, την στιγμή που, αυτό από το οποίο ο πνευματικός νόμος χρειάζεται να μας απαλλάξει, είναι, ακριβώς, αυτή η δοξασία στην υλική ζωή.

Όταν πιστεύουμε πως η ζωή είναι υλική, στην πραγματικότητα, γκρεμίζουμε τον εαυτό μας από το ύψος της κατανοήσεως της αληθινής πνευματικής μας ταυτότητας και αυτή η δοξασία δεν είναι ποτέ δυνατόν να μάς σώσει. Ο Ιησούς κατέρριψε αυτήν την παράλογη προσέγγιση και μάς διδάσκει να είμαστε ακλόνητοι στην άρνησή μας να αποδεχθούμε μία υλική άποψη για την ζωή.

Στην τρίτη περίπτωση, προκύπτει ο απόλυτος εκμηδενισμός του πειρασμού όταν προτάθηκε στον Ιησού να προσκυνήσει και να λατρέψει «τον διάβολο» για να αποκτήσει ανθρώπινη δύναμη και δόξα. Απέρριψε τον πειρασμό αποφασιστικά, λέγοντας: « Ύπαγε οπίσω μου, σατανά» και, κατ’ ουσίαν, συνέχισε με την Πρώτη Εντολή: «Κύριον τον Θεόν σου θέλεις προσκυνήσει και αυτόν μόνον θέλεις λατρεύσει».

Η Πρώτη Εντολή απαιτεί από εμάς να αρνηθούμε κάθε αναγνώριση ή αποδοχή άλλης δυνάμεως πλην του Θεού, του Πνεύματος. Η πλήρης υπακοή αυτού του νόμου εκ μέρους του Ιησού Χριστού, εξ ολοκλήρου αρνήθηκε την παρουσία της εσφαλμένης δοξασίας της υλικής ζωής και, έτσι, κατανίκησε και τον πειρασμό και τον πειράζοντα. Το γεγονός της αποκλειστικότητας του Θεού αποκλείει την πίστη σε άλλη δύναμη, προέλευση ή αιτία. Δεν μπορεί να είναι παρόν κάτι, που δεν προέρχεται από τον Θεό – αυτό είναι τίποτα και ο Ιησούς μας έδειξε ότι μπορούμε να αποδείξουμε πως, όντως, είναι τίποτα.

Ένα χωρίο του εγχειριδίου της Χριστιανικής Επιστήμης, Επιστήμη και Υγεία με κλειδί των Γραφών, εξηγεί, κατά τον ακόλουθο τρόπο, την δύναμη της Πρώτης Εντολής: «Εντυπώνει στον νου την τριαδικότητα του Θεού, του Πνεύματος, του Νου. Σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να έχει άλλο πνεύμα ή νου εκτός από τον Θεό, το αιώνιο καλό, και ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ένα Νου. Η θεία Αρχή της Πρώτης Εντολής είναι η βάση της Επιστήμης του είναι, με την οποίαν ο άνθρωπος αποδεικνύει υγεία, αγιότητα και ζωή αιώνια» (Μαίρη Μπέϊκερ Έντυ, σελ. 340).

Εβίωσα την εκδήλωση της υγείας, που βασίστηκε σ’ αυτήν την εντολή, όταν είχα χάσει την ακοή μου από το ένα αυτί, για περισσότερο από ένα χρόνο. Κατά την διάρκεια αυτού του χρόνου, εργαζόμουν επίμονα για να καταλάβω ότι η ζωή είναι αποκλειστικά και μόνον πνευματική και πως οι αποκαλούμενοι νόμοι της ύλης δεν ασκούσαν την παραμικρή εξουσία πάνω στην ύπαρξή μου. Ωστόσο, έμοιαζε σαν να ήμουν ανίκανη να απαλλαγώ από το πρόβλημα.

Αυτό που άλλαξε την τροπή των πραγμάτων, συνέβη όταν, ταπεινά, στράφηκα στον Θεό και Τον ρώτησα τι ήταν αυτό, πού μού χρειαζόταν να μάθω. Έλαβα την εξής ξεκάθαρη απάντηση: «Μην ψάχνεις υλική απόδειξη». Αυτό το μήνυμα υπήρξε ένα σημαντικό ορόσημο στην πρόοδό μου.

Το μήνυμα με υποχρέωσε να αμφισβητήσω την απόδειξη, που διάλεγα να χρησιμοποιώ, για να κρίνω την κατάσταση της υγείας μου και της ευφορίας μου. Η κατανόησή μου της υγείας βασιζόταν σε υλική ένδειξη ή στον λόγο του Θεού; Μήπως λάτρευα και προσκυνούσα άλλον θεό πιστεύοντας ότι η ζωή βρίσκεται στην ύλη και ότι κυβερνάται από δήθεν υλικούς νόμους; Μήπως θεωρούσα ότι υπάρχουν περισσότεροι από ένα Νου, ένα Θεό και ότι ήμουν υποχείριο κάποιου μυαλού, που αγνοεί τα πνευματικά και, άρα, δεν μπορεί να γνωρίζει την αλήθεια; Έτσι, οδηγήθηκα να ψάξω, βαθύτερα, το ερώτημα του τι, πράγματι, αποδεχόμουν ως αληθινό για την ζωή.

Δύο φορές, μετά από αυτήν την κρίσιμη καμπή, η πνευματική μου αντίληψη περί ζωής είχε τόσο εξυψωθεί ώστε η ακοή μου αποκαταστάθηκε αυτοστιγμεί, αν και το πρόβλημα επέστρεψε, μετά από μερικές εβδομάδες. Καθώς συνέχισα να προσεύχομαι, συνειδητοποίησα ότι περίμενα να συμβεί κάποια οργανική αλλαγή πριν επιτρέψω στον εαυτό μου να δεχθεί ότι είχα θεραπευτεί πλήρως. Κατάλαβα ότι το να αμφιβάλλω για την θεραπεία και το να πιστεύω ότι δεν είναι μόνιμη, σήμαινε πως δεν δέχομαι τον Θεό ως την μόνη δύναμη. Η στάση αυτή παρείχε εξουσία στην ύλη και στους λεγόμενους υλικούς νόμους. Έδειχνε ότι δεν ήμουν ριζωμένη στην Πρώτη Εντολή και ότι δεν συμπεριφερόμουν σύμφωνα με αυτήν.

Η Αγία Γραφή μάς λέει ότι καθώς «υποτασσόμαστε» στον Θεό και «αντιστεκόμαστε στον διάβολο» – μια εσφαλμένη, υλική αίσθηση περί ζωής – αυτός θα «φύγει» (Ιακ. 4:7,8). Ερχόμενη κοντύτερα στον Θεό, κατά την διάρκεια αυτής της εμπειρίας, ώστε να ξέρω μόνον ό,τι Εκείνος γνωρίζει και δημιουργεί, τελικά, με οδήγησε στο να ξεπεράσω την αμφιβολία και να εδραιωθώ στην γνώση του ενός Θεού, που κυβερνά όλη την ζωή, αρμονικά.

Αν και δεν μπορούσα, ακόμη, να ακούσω από το ένα αυτί, σταθερά έμεινα προσηλωμένη στην πεποίθηση ότι ο Θεός, ο θείος Νους, είναι ο μοναδικός μου Δημιουργός. Καταλάβαινα ότι η ακοή είναι μία εκδήλωση του θείου Νου και, επομένως, δεν μπορούσε να παρεμποδιστεί ή να σταματήσει διότι δεν υπήρχε άλλη δύναμη ή νόμος, που να ορίζει να συμβεί αυτό. Η Ζωή ήταν Θεός και ο Θεός ήταν παντοδύναμος, όλη η δύναμη, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έμενε καθόλου χώρος για κάποια άλλη δύναμη.

Με αυτή την ξεκάθαρη πεποίθηση, πρόσμενα θεραπεία και δεν αποκαρδιωνόμουν, πλέον, από τον πολύ χρόνο, που συνεχιζόταν αυτό το πρόβλημα. Ήξερα ότι θα αποκαλυπτόταν η ελευθερία να ακούω καθαρά και δεν έψαχνα την σωματική εικόνα για απόδειξη θεραπείας. Καθώς, κατ’ αυτόν τον τρόπο, αποδεχόμουν σταθερά και ακλόνητα το γεγονός της υπάρξεως ενός, μόνον, Θεού, η ακοή μου αποκαταστάθηκε πλήρως και μονίμως.

Βρήκα ότι τα λόγια του Ψαλμωδού είναι αληθινά. Αγαπώντας τον νόμο του Θεού και γνωρίζοντας ότι είναι υπέρτατος, δεν παράπαια, πλέον, και βρισκόμουν εν ειρήνη. Στην Πρώτη Εντολή εδράζεται, για πάντα, η πραγματικότητα της υγιούς και αρμονικής δημιουργίας του Θεού και η θεία επιστασία του Πνεύματος και, με την πίστη μας σε αυτήν, το αποδεικνύουμε.

Η Αποστολή του Κήρυκα

Το 1903, η Μαίρη Μπέϊκερ Έντυ, ίδρυσε το περιοδικό Ο Κήρυκας της Χριστιανικής Επιστήμης. Ο σκοπός του: «να διακηρύξει την παγκόσμια δραστηριότητα και την διαθεσιμότητα της Αλήθειας». Ο ορισμός της λέξης «κήρυκας», όπως αναφέρεται σε ένα λεξικό, είναι «προάγγελος - ένας αγγελιοφόρος που προπορεύεται για να μεταφέρει ένα μήνυμα για κάτι που πρόκειται να ακολουθήσει», δίνει ιδιαίτερη σημασία στην προσωνυμία Κήρυκας και επιπλέον επισημαίνει την υποχρέωσή μας, την υποχρέωση του καθενός από εμάς, να δούμε ότι ο Κήρυκάς μας εκπληρώνει την εμπιστοσύνη του, μία εμπιστοσύνη αχώριστη από τον Χριστό και που πρώτα ανήγγειλε ο Ιησούς (Μαρκ.16:15), «Υπάγετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον εις όλην την κτίσιν».

Μαίρη Σαντς Λη, Sentinel (Φρουρός) της Χριστιανικής Επιστήμης, 7 Ιουλίου, 1956.

Μάθετε περισσότερα για τον Κήρυκα και την Αποστολή του.